Μαρτυρίες 027-031 (Καμιά αγάπη, καμιά ενσυναίσθηση, μόνο η πάρτη του)

27. Κοιλιόδουλος δε μέχρι εκεί που δεν παίρνει. Λάτρης του φαγητού.

Το πιο άσχημο απ’ όλα είναι πως οι δουλοπάροικοι στην τραπεζαρία τρώνε φακές και ρύζι και σ’ αυτόν πηγαινοέρχονται τα ψάρια και τα φιλέτα σε διπλές μερίδες.

 

28. Βιταμίνες, μεγάλα έξοδα

 

29. Όπως τα λες.

Δουλοπάροικοι που δουλεύουν όλη μέρα στα κτήματα και στα ζώα, ενώ ο γαιοκτήμονας καβλαντίζει με τις εκλεκτές στον πύργο του.

Πόσες φορές μας έχει αφήσει να τον περιμένουμε με τις ώρες στην αίθουσα διδασκαλίας γιατί είχε δουλειά (!!!) με κάποια απ’ τις κολλητούλες. Κανένας σεβασμός σε τόσους ανθρώπους που ξεκίναγαν από Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Εύβοια, Πάτρα και τόσα άλλα μέρη για να πάνε ένα ΣΚ στο κτήμα να ακούσουν “διδασκαλία του Φωτός”.

Καμιά αγάπη, καμιά ενσυναίσθηση, μόνο η πάρτη του.

 

30. Μα ο άνθρωπος πέρα απ΄το γεγονός ότι είναι τελείως αδιάφορος για τους άλλους, δεν έχει καμία δυνατότητα διαχείρισης του χρόνου.

Τι σόι δάσκαλος είναι αυτός που δεν έχει βάλει σε λογαριασμό τα θέματά του;

 

31. Λαχταρούσαμε όλη την βδομάδα πότε θα ρθει το ΣΚ να κατεβούμε στο κτήμα, να κοινωνήσουμε λίγο θεϊκό λόγο (έτσι πιστεύαμε).

Πληρώναμε μετακίνηση, διαμονή (σε άθλια καταλύματα) και δουλεύαμε ατέλειωτες ώρες στο κτήμα για να χτίσουμε τη “Γαία της θείας αληθείας”.

Αν δεν μπορούσαμε να προσφέρουμε εργασία το κόστος της διαμονής ήταν διπλάσιο.

Και το μόνο που περιμέναμε ήταν ένας λόγος συμπάθειας, ένα καλωσόρισμα απ’ το “μεγα δάσκαλο της αγάπης”. Φτάναμε Παρασκευή βράδυ στο κτήμα, κατάκοποι από μια πολύ απαιτητική βδομάδα, μπαίναμε στην τραπεζαρία και δεν σήκωνε το βλέμμα του να μας αντικρίσει, δεν απαντούσε καν στην καλησπέρα μας.

Είμασταν διάφανοι και παραμέναμε έτσι όλο το ΣΚ.

Μαζί με μας τύχαινε πολλές φορές να μπουν κάποιες απ’ τις εκλεκτές. Τότε άλλαζε το πρόσωπό του, η φωνή του, η στάση του σώματος του. Άνοιγε διάπλατες αγκαλιές και έδειχνε με κάθε τρόπο τη χαρά του.

Είμασταν μαθητές δύο ταχυτήτων: Οι εκλεκτές και οι ανάξιοι λόγου.